υδροφαντική

υδροφαντική

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "υδροφαντική" в других словарях:

  • ὑδροφαντικῆς — ὑδροφαντική water finder fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑδροφαντικήν — ὑδροφαντική water finder fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑδροφαντικῶν — ὑδροφαντική water finder fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υδροφαντικός — ή, όν, Μ [υδροφάντης] 1. ο σχετικός με τους υδροφάντες και την τέχνη τους 2. το θηλ. ως ουσ. ἡ ὑδροφαντική (ενν. τέχνη) η τέχνη τού υδροφάντη 3. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ ὑδροφαντικά η ὑδροφαντική …   Dictionary of Greek

  • AQUILEX — Graece Ὑδροφάντης, qui aquas opertas et sub tertis latentes, inducit terris et in apertum evocat elicitque. Ars ipsa Graecis dicta Ὑδροφαντικὴ, ἀπὸ τοῦ φαίνειν ὕδωρ, ab aqua elicienda et producenda. Cuiusmodi Artifices, sub Aquario, nasci, canit… …   Hofmann J. Lexicon universale


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»